Ηροδότου Ιστορίες: Ο Πίνακας!

Ωραία σπίτια, ψηλά κτίρια και παλάτια, πλατιούς δρόμους και γέφυρες, όλα αυτά θαύμαζαν όσοι έβλεπαν έναν ακριβό πίνακα ζωγραφικής, που ήταν κρεμασμένος στον τοίχο. Όλοι ήξεραν πως αυτός ο πίνακας δεν ήταν δημιούργημα ενός, αλλά δύο ζωγράφων, που ήταν καλλιτέχνες στο είδος τους με μεράκι και όρεξη. Μια πινελιά αν έβαζε ό ένας, άλλη μια έβαζε κι ο άλλος. Κι όπως φαινόταν κανένας από τους δυό δεν έκανε ζαβολιές στον άλλον, στην ίδια σχολή ζωγραφικής θα είχαν προφανώς εκπαιδευτεί, μα όμως πολλοί ήξεραν πως ήταν αυτοδίδακτοι, χωρίς διπλώματα και περγαμηνές.

Χρώματα μοναδικά είχε αυτός ο πίνακας και μπορούσε κάποιος να διακρίνει ότι, κανένα χρώμα δεν έμοιαζε με τα άλλα, χρώματα της ίριδας ανεξίτηλα, που όπως λένε, τα δημιούργησαν κάποιοι τεχνίτες που ανέλαβαν την ανάμειξη τους με πολύ μαεστρία και κόπο, μέρα-νύκτα τα δούλευαν ώστε οι δύο ζωγράφοι να τα βρουν έτοιμα για να μπουν στον μεγάλο και ακριβό τους πίνακα.

Ένα γαλάζιο κι ένα κόκκινο, ένα πράσινο κι ένα κίτρινο, μαύρο και καφέ, ένα κι ένα, ένα κι ένα…! Δεν υπήρχαν παρόμοια αλλού κι όλοι τα θαύμαζαν και όλοι ήθελαν να είναι οι τεχνίτες της ανάμειξης των χρωμάτων και της δημιουργίας! Ο πίνακας ήταν μικρός στην αρχή, έδειχνε ένα σπιτάκι με ένα σοκάκι, μα σιγά-σιγά με τον καιρό, οι ζωγράφοι τον μεγάλωναν, έβαζαν και γέφυρες και μεγάλους δρόμους και παλάτια και, και, και…!

Πολλοί προσπάθησαν να σπιλώσουν τον πίνακα, να τον καταστρέψουν μήπως και δεν γίνει αυτό το αριστούργημα που τώρα ήταν κρεμασμένο στον τοίχο. Ζωγραφίστηκε με πολλή αγάπη και κυρίως με ανθρωπιά αφού αυτοί που ζήσανε από κοντά την δημιουργία του έβλεπαν πως στην μέση του πίνακα δέσποζε μια άυλη μορφή! Κυρίαρχο ρόλο στην ζωγραφιά που πάντα μεγάλωνε, είχε ο άνθρωπος!

Σε χώρες ξένες και μακρινές ταξίδεψε ο πίνακας και μαζί του οι δύο ζωγράφοι, με το μοναδικό τους ταλέντο έβλεπαν και πρόσθεταν και κάτι άλλο, πιο νέο και πιο σύγχρονο, μα είχε παντού την κουλτούρα με σεβασμό στο καινούργιο και το άγνωστο που κάθε φορά συναντούσαν!

Μια μέρα, έπιασε φωτιά στον τόπο των ζωγράφων. Οι τεχνίτες που δημιουργούσαν τα χρώματα πανικοβλήθηκαν, φοβήθηκαν πως θα χαθεί και ο ακριβός πίνακας. Μα οι δύο ζωγράφοι τον προστάτεψαν καλά και μετατράπηκε σε μια άγια εικόνα που έγινε προστάτης και σύμμαχος του κόσμου και σαν από θαύμα έδινε κουράγιο και ελπίδα, ώστε ο καμένος τόπος ξανάγινε ο παράδεισος των ονείρων του!

Όλα όμως τα ωραία έχουν κάποια στιγμή ένα τέλος…! Οι ζωγράφοι έφυγαν από την ζωή δοξασμένοι και φημισμένοι για τον ακριβό τους πίνακα, που τον άφησαν κρεμασμένο στον τοίχο να δείχνει και να θυμίζει! Κανένας δεν ήξερε πως να φυλάξει και να αναδείξει την ζωγραφιά, μια τον έβλεπες σ’ αυτόν τον τοίχο, μια στον άλλο, κάποτε τον κρεμούσαν ανάποδα, μα πάντα είχε την αξία του αφού πολλοί τον πλησίαζαν για να τον αγοράσουν μήπως και πάρουν κάτι από την αξία του.

Πουλήθηκε ο πίνακας! Σε ξένα σπίτια κρεμασμένος έδινε αξία – έτσι νόμιζαν – σ’ εκείνους που τον αγόρασαν και στόλισαν τα σαλόνια τους με την ζωγραφιά που όσο κι αν περνούσε ο καιρός μύριζε ιδρώτα και φρέσκια μπογιά κι είχε μια λάμψη που τύφλωνε. Νόμιζαν πως την αξία την είχαν αυτοί που τον απέκτησαν, μα δεν τους είπε κανένας πως την αξία την είχαν οι δύο ζωγράφοι, οι δημιουργοί του! Αυτοί που με αγάπη και μόχθο τον παρέδωσαν για να διδάσκει και να γεννά αναμνήσεις μιας άλλης εποχής.

Αυτόν τον πίνακα είχα την τύχη και την ευτυχία να τον δω…! Είδα σε κάποια στιγμή τους δύο ζωγράφους την ώρα που τον έφτιαχναν και ανακατεύτηκα με εκείνους τους τεχνίτες  όπως μπορούσα, μήπως και αναμείξω μαζί τους τα χρώματα!

Η ιστορία του Ηρόδοτου είναι παραβολική. Είναι πραγματική όμως ιστορία που την αφιερώνω σε όλους εκείνους τους γνωστούς και άγνωστους φίλους, που έστω για λίγο αναμείξαμε μαζί τα χρώματα της δημιουργίας, εκείνο το γαλάζιο του ουρανού, το κόκκινο της δύσης του ήλιου, το πράσινο της όασης, το κίτρινο της ερήμου, το μαύρο του καπνού και της καταστροφής, το καφέ του ρίσκου και το άσπρο του χιονιού και των πάγων.

Την αφιερώνω ιδιαίτερα και στον φίλο μου τον Ντίνο, στο Μπέρμιγχαμ, που μου δίνει κάθε φορά το έναυσμα για την γραφή μου! Που έφτιαξε κι αυτός πολλά χρώματα και τα έδωσε στους ζωγράφους!

Αχ, να μπορούσε αυτός ο πίνακας να δώσει αξία σε ξένους! Που δεν ξέρουν πως να τραβήξουν μια γραμμή, πόσο μάλλον να βάλουν μια πινελιά.  Αλλά είναι αδύνατον….!