Που ‘ναι στ’ αλήθεια το μέρος αυτό,

που περπατούσα κι ήμουνα μόνος,

πάνω στην άμμο, με κύμα ζεστό,

να μην με πιάνει θλίψη και πόνος!

***

Που ‘ναι στ’ αλήθεια το μέρος αυτό,

κάπου υπάρχει, πολύ κοντά μου,

με την σκιά μου να παίζω κρυφτό,

παίζοντας με τον ορίζοντά μου!

***

Να με αρπάζει ζεστό τ’ αγέρι,

να με σηκώνει κι ας πέφτω χάμω,

να λέει… «φεύγει το καλοκαίρι,

πιες απ’ το κύμα, φάε και άμμο!».

***

Εκεί που ‘φτιαξα με τα κοχύλια,

 καρδιά με πάθος και ένα βέλος,

 μα πριν μετρήσω μέχρι το χίλια,

ήρθε το κύμα κι έγραψε… ‘’τέλος’’!

Ο Παγκυπριώτατος