Σκονισμένο τον βρήκα στους ιστούς μιας αράχνης

κι ήρθε πάλι σαν τότε στα δικά μου τα χέρια,

 αφού όταν σε ράφια και συρτάρια αν ψάχνεις

θα ‘βρεις κάτι κι η μνήμη, προσπερνά τη μιζέρια!

***

Τι παράξενο! Είχε μες στην σκόνη ακόμα,

την δερμάτινη ζώνη, που ‘χε άτσαλα δέσει

στη χοντρή την στολή του με το κόκκινο χρώμα

και τον σκούφο στο πλάϊ, που σχεδόν είχε πέσει!

***

Αχ παλιό κουρδιστήρι, που μου έχεις σκουριάσει,

 μια σταγόνα αγάπης θα σου βάλω με λάδι

να κουρδίσω και πάλι τον Χοντρό που ‘χα χάσει,

περιμένοντας χρόνια, να τον δω στο σκοτάδι!

***

Ν’ ακουστούν τα κουδούνια σαν περνά μες στ’ αστέρια,

να κοιτώ στο ρολόϊ, μ’ αγωνία την ώρα,

ταπεινά να σηκώνω και τα δυο μου τα χέρια,

Αχ Χοντρέ μου Βασίλη…, μη ξεχάσεις τα Δώρα!

Ο Παγκυπριώτατος

Έργο της Νεκταρίας: Χρόνια Πολλά!