Ηροδότου αληθινές Ιστορίες: Το παρασκήνιο…!

Έβλεπα από κοντά για πρώτη φορά τον Πύργο του Άϊφελ στο Παρίσι. Ψηλά επάνω, ένα φωτεινό 2000 και από κάτω κόσμος πολύς να φωτογραφίζει και να φωτογραφίζεται. Ήταν Αύγουστος του 2000.

Ήρθε κοντά μου κάποιος που κρατούσε δυο τρία μολύβια. Ένας χαμογελαστός Ασιάτης.

  • «Να σου φτιάξω πορτραίτο;», με ρώτησε.
  • «Όχι δεν θέλω», απάντησα. Αλλά το είπα φαίνεται, χωρίς πειθώ.

Με τράβηξε από το χέρι και με πήγε μερικά μέτρα απέναντι. Μου έδειξε καρικατούρες και κάτι άλλες ζωγραφιές ηθοποιών, ποδοσφαιριστών και πολιτικών. Με έπεισε. Κάθισα σε ένα σκαμπό. Στη μέση του πεζοδρομίου. Στεκόντουσαν γύρω – γύρω κάμποσοι και έβλεπαν. Μια εμένα και μια την υπό κατασκευήν καρικατούρα. Με λοξοκοίταζαν, μου χαμογελούσαν κιόλας. Σιγά, που θα ντρεπόμουν!

  • «Κοίταξε, θέλω να με κάνεις στρατιώτη, χωρίς όπλο και κράνος. Να κρατώ στον ώμο ένα τεράστιο μολύβι!». Έδωσα την παραγγελία μου. Λες και παράγγειλα σουβλάκι με πίττα.
  • «Δάσκαλος είσαι;», ρώτησε.
  • «Όχι ρε φίλε, …ποιητής!», απάντησα.
  • «Ωωωω! Ξεκινώ, μείνε ακίνητος!», επί το έργον ο ζωγράφος!

Ακριβώς έτσι, μετά από 27 λεπτά, πήρα στο χέρι μια μεγάλη καρικατούρα! Ο ζωγράφος ήταν Βιετναμέζος, ωραίος, πιεστικός και πειστικός. Το αποτέλεσμα επιδοκιμάστηκε από τους γύρω. Όχι παίζουμε!

Στην Αθήνα η καρικατούρα έτυχε μιας μικρής επεξεργασίας. Ζωγράφισα ένα χαρτί στο χέρι του «στρατιώτη» και πρόσθεσα «Με το μολύβι μου!». Το σκίτσο μου εγκρίθηκε από εμένα μόνο και το χρωμάτισα!

Το εξώφυλλο της 2ης Ποιητικής Συλλογής του Παγκυπριώτατου ήταν έτοιμο. Τον Απρίλιο του 2001, το βιβλίο παρουσιάστηκε στην αίθουσα του Attica Cultural Centre του Ξενοδοχείου Fenix στη Γλυφάδα ενώπιον ενός πολυπληθούς ενθουσιώδους κοινού, με κύριο παρουσιαστή τον Υπουργό της Νέας Δημοκρατίας Βύρωνα Πολύδωρα. Υπάρχει όμως «παρασκήνιο», θα το μάθουμε… πιο κάτω!

Που το βρίσκω ενδιαφέρον και μοιάζει με το αλάτι ή το πιπέρι που νοστιμίζουν το φαγητό. Χωρίς αυτά το φαγητό μπορεί να τρώγεται αλλά… είναι άνοστο!

Το εξώφυλλο όπως είπαμε πιο πάνω ήταν ήδη έτοιμο, η ύλη του βιβλίου είχε παραδοθεί στο τυπογραφείο, αλλά υπήρχαν εκκρεμότητες! Η διαδικασία που έπρεπε να ακολουθηθεί ήταν μεν χρονοβόρα αλλά ήθελε εκτός από υπομονή και επιμονή! Κυρίως έπρεπε να βρεθεί ο κατάλληλος άνθρωπος για την παρουσίαση της Ποιητικής Συλλογής. Έψαξα, βολιδοσκόπησα άτομα, αλλά ήταν όλα ακόμα αβέβαια. Ο χρόνος είχε γίνει πλέον πιεστικός. Και η πίεση αυτή φοβόμουν πως δεν θα έφερνε το αποτέλεσμα που ήθελα.

Ο καλός μου φίλος Τάσος Αντωνίου, μου έδωσε την ιδέα του.

  • «Ρε σύ Ηρόδοτε, γιατί δεν κάνεις πρόταση στον Βύρωνα Πολύδωρα για την παρουσίαση; Τον ξέρω καλά και θα κανονίσω να τον δεις!». Ο Τάσος ήταν σίγουρος πως ο Πολύδωρας θα δεχόταν.
  • «Σιγά ρε Τάσο, που θα δεχτεί ο Πολύδωρας να παρουσιάσει το βιβλίο!». Άλλο τόσο σίγουρος πως δεν θα δεχόταν, ήμουν κι εγώ.
  • «Προσπάθησε, χάνεις τίποτε;» συνέχισε ο Τάσος.
  • «Χάνω ρε Τάσο, χάνω πολύτιμο χρόνο και δυστυχώς η μέρα της παρουσίασης κοντεύει». Αποφάσισα να μην πάω στον Πολύδωρα.

Η κατασκευή της μεγάλης Υπεραγοράς στον Γέρακα Αττικής ήταν προς το τέλος της. Μας είχε βγάλει το λάδι και εγώ παράλληλα έτρεχα για την ετοιμασία της παρουσίασης της Ποιητικής Συλλογής. Δράμα η κατάσταση, αφού ήμουν και εγχειρισμένος μετά από ένα ατύχημα που είχα στο εργοτάξιο, σοβαρό ατύχημα!

Στις 10 Μαρτίου του 2001, ημέρα Σάββατο, έγιναν τα εγκαίνια της Υπεραγοράς. Τελειώσαμε από ένα ζήτημα. Εκεί στα εγκαίνια και ο φίλος ο Τάσος.

  • «Ηρόδοτε τηλεφώνησα στον Πολύδωρα, σε περιμένει μεθαύριο», το είπε και γελούσε κάτω από τα μουστάκια του ο Τάσος!
  • «Τι λες ρε Τάσο, δεν πάω πουθενά», ήμουν ανένδοτος. Το θέμα έκλεισε.

Στις 12 Μαρτίου 2001, ημέρα Δευτέρα απόγευμα. Ώρα πέντε και τριάντα. Ένα κτίριο ήταν μπροστά μου, Ελληνικές Σημαίες, Φρουροί και τα παρόμοια.

  • «Καλησπέρα σας, έχω ραντεβού με τον κύριο Πολύδωρα». Κύριε ελέησον, εγώ δεν είχα αποφασίσει πως δεν θα πάω;

Σε τρία λεπτά ήμουν μέσα στο γραφείο του. Μου έκανε… μαγνητική τομογραφία. Με έβλεπε από πάνω μέχρι κάτω. Εγώ καλά έλεγα να μην πάω. Τώρα που πήγα έπρεπε να μιλήσω και να τον προσκαλέσω. Έβλεπα και τα χιλιάδες βιβλία που σκέπαζαν τον τοίχο σε μια τεράστια βιβλιοθήκη. Φοβήθηκα. Πρέπει να ήταν όλα διαβασμένα από αυτόν. Βάζω και στοίχημα.

  • «Κύριε Υπουργέ, δεν είμαι ποιητής, μηχανικός είμαι αλλά λόγω του ότι έχω χόμπι να γράφω ποιήματα, στις 25 Απριλίου, η ώρα 8μμ, έχω την παρουσίαση της 2ης Ποιητικής μου Συλλογής «Με το μολύβι μου!» στην αίθουσα του Attica Cultural Centre του Ξενοδοχείου Fenix στην Γλυφάδα και σας παρακαλώ να την παρουσιάσετε». Ουφ! Τελείωσα και φεύγω.
  • «Δεν θα έρθω, έχω την ίδια περίπου ώρα, ομιλία στην Εστία Νέας Σμύρνης», ήταν το τελειωτικό κτύπημα! Τώρα ναι, φεύγω. Αλλά συνέχισε:
  • «Εξ άλλου, απ’ ότι είδα αναφέρεσαι πολύ συχνά στην Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως και εγώ δεν είμαι Αεκτζής, δεν υποστηρίζω αυτή την ομάδα!», μου έιπε απότομα και έπεσα κάτω ξερός! Ο Τάσος χωρίς να το ξέρω, του είχε δώσει ήδη την πρώτη μου ποιητική συλλογή «Πάλι δικά μας θα ‘ναι!» και ήταν πολύ ενημερωμένος…
  • «Ευχαριστώ πολύ, καληνύχτα σας». Έφυγα ανακουφισμένος γιατί αυτό που πίστευα πως θα γινόταν, έγινε. Αρνήθηκε.

Την επόμενη μέρα, σχεδόν βράδυ, αφού σκέφτηκα πως ο Πολύδωρας είχε σχηματίσει μιαν εικόνα φανατικών οπαδών που θα φώναζαν Άεκ, Άεκ στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής, το ξανατόλμησα και πήρα τηλέφωνο στο γραφείο του και μίλησα με τον Βύρωνα Πολύδωρα.

  • «Κύριε Υπουργέ, ξέχασα να σας πω κάτι. Μπορεί να είμαι Αεκτζής αλλά… η Αθλητική Ένωση Κωνσταντινουπόλεως και εγώ, διακόψαμε… σχέσεις. Διότι στην καλαθόσφαιρα μας κουβάλησαν στην ομάδα ένα Τούρκο παίχτη και εγώ έπαψα να πηγαίνω στο γήπεδο. Δεν μπορώ να χειροκροτώ ένα Τούρκο. Τελεία». Ακολούθησε σιγή…
  • «Θα έρθω! Θα καθυστερήσω λίγο, κανόνισε να καθυστερήσετε την έναρξη και εσείς ακόμα λίγο και θα είμαι εκεί! Στείλε μου ένα βιβλίο της συλλογής για να το διαβάσω». Τα κατάφερα, ήταν απλό. Ξαναπήγα την άλλη μέρα και άφησα χαράματα ένα δείγμα του βιβλίου. Ο Πολύδωρας θα ερχόταν; Ο Θεός κι η ψυχή του ήξεραν μόνο. Για να δούμε την συνέχεια!

Αγώνας δρόμου για την εκτύπωση των βιβλίων, την ετοιμασία προσκλήσεων, η αίθουσα της παρουσίασης, οι κάμερες, οι φωτογράφοι, οι δημοσιογράφοι, η δεξίωση, ο κόσμος από την Ελλάδα και την Κύπρο, το Χαμόγελο του Παιδιού και ένα σωρό άλλα, έπρεπε να γίνουν μέσα στο πολύ λίγο διάστημα που απέμεινε. Μεσολαβούσαν και οι μέρες του Πάσχα που ήταν στις 15 Απριλίου. Χαμός.

Η μέρα της παρουσίασης έφτασε. Τετάρτη 25 Απριλίου. Ο κόσμος άρχισε να καταφθάνει, η αίθουσα ήταν έτοιμη κι εγώ υποδεχόμουν τους καλεσμένους. Το μυαλό μου όμως ήταν αλλού. Θα ερχόταν ο Βύρων Πολύδωρας;

Η ώρα περνούσε, η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη, τότε δεν υπήρχε κορωνοϊός, ο κόσμος περίμενε την έναρξη, εγώ έβλεπα και ξανάβλεπα έξω από την αίθουσα, περιμένοντας τον Πολύδωρα. Οι σεκιουριτάδες του Ξενοδοχείου είχαν ενημερωθεί και άφησαν χώρο στάθμευσης κενό για το αυτοκίνητό του.

  • «Παιδιά αρχίζουμε!», πέρασαν ήδη τριάντα λεπτά από την καθορισμένη ώρα έναρξης και είχα γίνει μούσκεμα από τον ιδρώτα της αγωνίας. Εξ άλλου το πρόγραμμα της εκδήλωσης που είχαν όλοι έπρεπε να το ακολουθήσουμε αυστηρά.

Οι περισσότεροι δεν είχαν αντιληφθεί τι συνέβαινε. Μερικοί όμως το γνώριζαν… και άρχισαν τα πειράγματα:

  • «Ηρόδοτε, αν δεν έρθει ο Πολύδωρας, μην ανησυχείς! Ο συμπέθερος μου λέγεται και αυτός Πολύδωρας, να μιλήσει αυτός! Με ένα τηλεφώνημα σε δέκα λεπτά θα είναι εδώ. Έχει κλείσει το χασάπικό του και είναι διαθέσιμος!», αυτός ήταν ο αγαπητός μου Μιχάλης Θεοδοσίου που ήξερε τι συνέβαινε και μου βρήκε την λύση!

Αγνόησα προς στιγμήν την εισήγηση. Η Πόλυ Ζυγορονίκου, ως παρουσιάστρια της εκδήλωσης, καλωσόριζε τον κόσμο, πρώτος στο βήμα ο αείμνηστος Κώστας Φουρνάρος που τον είδα ενώ μιλούσε, να μου κάνει νόημα να κοιτάξω πίσω. Κοίταξα, σηκώθηκα επάνω και καλωσόρισα τον Βύρωνα Πολύδωρα. Μου είπε ψιθυριστά πριν καθίσει:

  • «Όλος αυτός ο κόσμος ήρθε για σένα;»
  • «Ναι, όλοι αυτοί ενδιαφέρονται για Πολιτισμό!», απάντησα και καθίσαμε μαζί στην πρώτη σειρά.

Η ομιλία του Βύρωνα Πολύδωρα είναι βιντεοσκοπημένη, όπως και όλη η εκδήλωση της Παρουσίασης της Ποιητικής Συλλογής «Με το μολύβι μου!». Την έχω δει αρκετές φορές από τότε. Και κάθε φορά του βγάζω το καπέλο, διότι δεν μίλησε για πολιτική, ούτε για κυβερνητικά σχέδια, ούτε αναφέρθηκε σε ζητήματα της εξουσίας. Ήρθε με την μοτοσυκλέτα του, μάλλον για να μην μπλέξει στην κίνηση των δρόμων και μίλησε ανθρώπινα, μας είπε για την μητέρα του, για τα ψέματα που δεν έλεγε ποτέ, αλλά είπε και για τα ποιήματα του Παγκυπριώτατου που δεν το έβαλε κάτω και συνεχίζει… να γράφει ποιήματα με μοναδικό σκοπό των ποιημάτων του το χαμόγελο!

  • «Αεκτζής δεν είμαι, αλλά είδα την προσπάθεια του ποιητή μέσω αυτού που αγαπά πολύ, την Ιδέα της Αθλητικής Ενώσεως Κωνσταντινουπόλεως, να μαζέψει χρήματα για να δοθούν σε συνανθρώπους μας που χρειάζονται βοήθεια! Γι’ αυτό κι εγώ ήρθα απόψε εδώ, για να σας πω ναι λοιπόν, «ζήτω η Άεκ»!

Δεν ξέρω που είναι ο Βύρων Πολύδωρας σήμερα. Όμως η παρουσίαση της Ποιητικής μου Συλλογής έμεινε στην μνήμη όλων μας. Και των 623 ατόμων που με τίμησαν με την παρουσία τους εκείνο το βράδυ! Αρκετοί έμειναν εκτός της αίθουσας!

Στην Ιστοσελίδα μου υπάρχει και αυτό το ποίημα που έγραψα τότε για την εκδήλωση:

136. Νοθευμένο κοκτέιλ…!

Ελπίζω να μήν σας κούρασα!

Ηρόδοτος Χρυσάνθου