Ηροδότου Ιστορίες: Τότε, το Πάσχα!
Η Μεγάλη Εβδομάδα ήταν πάντα θλιμμένη και γκρίζα. Από μικρός τη θυμάμαι να είναι η ίδια, να ξεκινά την Μεγάλη Δευτέρα με το πένθιμο κτύπημα της καμπάνας της εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας και να συνεχίζει το ίδιο καταθλιπτική μέχρι το βράδυ της Ανάστασης, το Μεγάλο Σάββατο, όταν αγουροξυπνημένοι τρέχαμε στην εκκλησία για ν’ ακούσουμε το “Χριστός Ανέστη” με τις καμπάνες να κτυπούν ασταμάτητα, τις κροτίδες να σκάνε απ’ όλες τις μεριές και τα βεγγαλικά να διασχίζουν τον νυκτερινό ουρανό κάνοντάς τον ταιριαστό με το αναστάσιμο ύφος της νύκτας! Και είπα “αγουροξυπνημένοι” γιατί τότε, κοιμόμασταν το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, αφού η Ανάσταση γινόταν στις τρεις τα ξημερώματα της Κυριακής και επιστρέφαμε στο σπίτι γύρω στις έξι. Ο ”κούζαλος” ήταν αναμμένος και η θράκα του κρατούσε μέχρι και την Τρίτη του Πάσχα!
Σ’ αντίθεση με το γιορτινό και χαρούμενο διάστημα του Δεκεμβρίου πριν και μετά τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα, η Μεγάλη Εβδομάδα κατανυκτική και θλιμμένη προχωρούσε μέχρι την Κυριακή του Πάσχα, οπότε τότε τα πάντα άλλαζαν και η ατμόσφαιρα γινόταν γιορτινή και προξενούσε στον καθένα αισθήματα ξεχωριστά μέσα στη ανοιξιάτικη πανδαισία των χρωμάτων της φύσης!
Στην μύτη μου φτάνουν κάθε χρόνο οι μυρωδιές από τα φρεσκοψημένα κουλούρια, τις φλαούνες και άλλα διάφορα, που πλημμύριζαν τις κάμαρες του σπιτιού μας, όταν η μακαρίτισσα η μάνα μου τα έφερνε στο σπίτι από τον φούρνο. Την Μεγάλη Πέμπτη από νωρίς το πρωί έφευγε και ερχόταν αργά το απόγευμα με τα σουσαμένια ψωμιά και Πασχαλινά κουλούρια, τις ελιωτές και τις φλαούνες και άντε να αντισταθείς να μην δοκιμάσεις γιατί δεν έπρεπε να φάμε, αφού οι φλαούνες είχαν τυρί και αυγά και μόνον μετά την Ανάσταση επιτρεπόταν. Νηστεία γαρ…!
Πέρασαν πολλά χρόνια χωρίς να περάσω Πάσχα στην Κύπρο, μια και βρισκόμουν σε άλλες χώρες, μα αυτό δεν ήταν εμπόδιο να φτάσουν στην μύτη μου οι υπέροχες μυρωδιές των κουλουριών και πάντα φανταζόμουν το σπίτι με τα δωμάτια γεμάτα ζεστά ψωμιά και την μάνα μου να είναι χαρούμενη που γι’ ακόμα μια φορά τη βοήθησε ο Θεός και ζύμωσε για το Πάσχα. Ακόμα και σήμερα μπαίνοντας σ’ αυτό το σπίτι, η μύτη μου σπάει από εκείνες τις μυρωδιές που λες και έχουν εισχωρήσει στους τοίχους και τα έπιπλα…!
Προσπερνώ την “ιεροτελεστία” για το ψήσιμο της σούβλας που ακολουθούσε την Ανάσταση, διότι για να είμαι ειλικρινής, δεν με ενθουσιάζει αφού βρίσκω πολλά αρνητικά στο έθιμο αυτό. Τόσο στην αρχή του όσο και στην κατάληξή του, που δεν είναι θέμα της παρούσας ιστορίας.
Η Μεγαλοβδομάδα των παιδικών χρόνων έτσι θλιμμένη έμεινε στη μνήμη μου και είναι δύσκολο να την δω αλλιώς…! Στους αραπάδες τι Πάσχα να νοιώσεις και στην Πολωνία δεν ζήλεψα την Μεγάλη τους Εβδομάδα.
Το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου ήταν συνήθως μόνο του ένα ολόκληρο χρόνο και δεν ξέρω αν κάποιος πήγαινε ν’ ανάψει το κερί του εκτός ίσως από τους δυο – τρεις κατοίκους που έμεναν κοντά στον λόφο – το βουνάρι – έξω από το χωριό. Το ανοιξιάτικο τοπίο ήταν χάρμα ιδέσθαι, με τα κάθε λογής αγριολούλουδα στις δόξες τους. Συνήθως την Τρίτη του Πάσχα όλοι ανηφόριζαν προς τον λόφο που βρισκόταν το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου για την λειτουργία. Όλοι καλοντυμένοι με τις άσπρες λαμπάδες στα χέρια, με τα κόκκινα αυγά και τις φλαούνες τους καθόντουσαν μετά την λειτουργία στα βράχια του λόφου και πολλές φορές θυμάμαι πως ανάβανε και φωτιά για να γυρίσουν την σούβλα τους.
Είχα πολλά χρόνια να περάσω από εκεί… Όταν πρόσφατα πέρασα, τρόμαξα να αναγνωρίσω το μέρος. Το τοπίο όπως το ήξερα δεν υπάρχει πια, άσφαλτος και τσιμέντο παντού, νέες οικοδομές και κτίσματα, αφού η τεχνολογία έκανε κι εκεί το ”θαύμα” της καταστρέφοντας το αληθινό θαύμα της παιδικής μου ηλικίας!
Το εκκλησάκι είναι εκεί μα αμφιβάλλω αν τώρα πλέον όταν γίνεται η λειτουργία προς τιμή του Αγίου Γεωργίου, έχει εκείνη την Λαμπριάτικη αίγλη!
Όταν θλιμμένα αρχίζει η Μεγάλη Εβδομάδα και το γκρίζο της χρώμα απλώνεται παντού, μακριά κι αν είμαι, ακούω την καμπάνα της εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας να κτυπά κι αυτή θλιμμένα σαν να βρίσκομαι εκεί γύρω, να μου έρχονται κιόλας οι μυρωδιές των ζυμωμένων κουλουριών στα ρουθούνια και σαν από θαύμα ξανά, να φτάνει στ’ αυτιά μου η φωνή της μάνας μου ”μη φάτε φλαούνα, δεν πρέπει…”!
Άφησα να περάσει το Πάσχα για να αναρτήσω αυτήν την ”Ιστορία του Ηρόδοτου”, γιατί ήθελα να δω αν φέτος μετά από πολλά χρόνια, άλλαζε κάτι που να θύμιζε το Πάσχα των παιδικών μας χρόνων!
Απογοητεύτηκα πιο πολύ, για να είμαστε ειλικρινείς!
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ φίλε μου Ηρόδοτε και σου ευχομαι το ερχόμενο Πάσχα ( του χρόνου δηλαδή ) να νοιώσεις …όπως τότες!!!
Καλημέρα. Κάθε γενιά έχει και τις δικές τις εμπειρίες και νοσταλγεί πολλές φορές τα ανέμελα χρόνια της νιότης της. Σίγουρα τα δικά μας χρόνια ήταν πιο ρομαντικά και τις ημέρες εκείνες η ατμόσφαιρα ήταν πιο κατανυκτική, τότε με τους γονείς μας, τώρα με τα παιδιά μας.Η αλήθεια είναι πάντως ότι έχω ακούσει πολλά νέα παιδιά που γενικά θα ήθελαν
να ζούσαν την εποχή την ”δική” μας. ‘Αρα δεν έχουμε άδικο να την αναπολούμε.