Σαν τις παλιές τις ζωγραφιές που θαύμαζα στους τοίχους

κι είχα με την γαλήνη τους κρυφή συνομιλία,

  μια πινελιά σ’ ένα καμβά, με χρώματα και ήχους,

έμοιαζες τότε και εσύ θυμάμαι, Άη Ηλία!

***

Μες την σκιά της Μοναρκάς, που ‘κρυβε το Βαρώσι,

να ξαναπάω με ρυθμό, για να σε συναντήσω,

 ένας Παπάς αντίδωρο στην εκκλησιά μου δώσει

και την Αγία σου μορφή να ξαναπροσκυνήσω!

***

Σαν τότε που αμούστακα παιδιά απ’ το Μπογάζι,

φαντάροι κατεβαίναμε την φιδωτή σου στράτα,

 απ’ την Καντάρα σφυριχτό ερχόταν το αγιάζι

κι από τον Πενταδάκτυλο νέφη πυκνά, γεμάτα!

***

Στον Άη Λιά κάνω γιορτή κι η θύμηση μου μένει

στην ζωγραφιά που ο καιρός δεν την επηρεάζει,

ξανά με τέμπο, …ένα-δυό…, κρόταφοι ασπρισμένοι,

Κουμανταρία και Γλυκό, ο Άη Λιάς γιορτάζει…!

Ο Παγκυπριώτατος