Βήμα με βήμα κλέφτης σου γίνομαι,
σ’ ανακατεύω και παραδίνομαι,
σαν τα πελάγη οι κόλλες και πλέω,
πάνω στις μνήμες γελώ και κλαίω!
***
Μη με ρωτήσεις πως και γιατί,
αφού δεν ξέρω, κανείς δεν θα μάθει,
πως και σε άφησα, ένα κουτί
που έκρυβε μέσα του άπειρα λάθη!
***
Μεσ’ στο σκοτάδι χωρίς ναφθαλίνη,
κάτι σαν μούμια, έτσι είχες γίνει,
μ’ ένα λουκέτο κλειστό, σκουριασμένο,
ένα μπαούλο, παλιό, ξεχασμένο!
***
Τώρα σ’ ανοίγω, βήμα με βήμα,
βγαίνουν οι κόλλες έξω απ’ το μνήμα,
μη με ρωτήσεις πως και γιατί,
φτάνει που είσαι γερό κουτί!
Ο Παγκυπριώτατος
Φυλακισμένες αναμνήσεις, άστες φίλε μου να φτερουγίσουν, να παν ταξίδια μακρινά, να δουν πελάγη και βουνά, πάνω από θάλασσες και πολιτείες, στην έρημο, στις χιονισμένες στέπες και αλλού και παντού. Άσε και το μπαούλο ανοιχτό πάλι εκεί θα επιστρέψουν εκεί είναι η φωλιά τους. Βάλε και στο πικ απ το τραγούδι του Paul McCartney “Memory almost full“.
Τέλειο !!! Απόλαυσα ομοιοκαταληξία και ευφράνθηκε η ψυχή μου !!!!
Πολύ Καλό!!!
Καλημέρα Ηρόδοτε, πολύ όμορφο!
Τα μπαούλα και τα παλιά κουτιά είναι χρονομηχανές γεμάτα αναμνήσεις και συναισθήματα!
Καλημέρα. Πάρα πολύ όμορφο ποίημα!!! Μπράβο!!! Εγώ πάντως, συνήθως, αποφεύγω ν’ ανοίγω τέτοιου είδους μπαούλα!
Όλοι έχουμε ένα πραγματικό ή νοερό μπαούλο. Είναι κάτι σαν πορτοφόλι αναμνήσεων. Όλο και κάτι σεβαστό μικρό ή μεγάλο βγαίνει ενίοτε. Πολύ ωραία εκφορά της έννοιας έδωσες Ηροδοτε μου. Πολύ εύστοχη!!!!
Ωραίο!!!!
Οι παλιές φιλίες πάντα είναι ένα γερό κουτί, γιατί όπως και το μπαούλο του υπέροχου ποιήματος, αντέχουν στον χρόνο κρατώντας μέσα μας τις ωραίες αναμνήσεις, και μπορούν ανά πάσα στιγμή να ξαναζωντανέψουν.