Ηροδότου αληθινές Ιστορίες: Το κόκκινο τριαντάφυλλο!

Καθόταν σταυροπόδι κάτω στο πάτωμα του μικρού μπαλκονιού του διαμερίσματος της, κρατώντας με τα χέρια τα μεταλλικά κάγκελα και με το πρόσωπο σφηνωμένο στα κάθετα σίδερα. Κοίταζε με ένα απλανές βλέμμα προς ένα συγκεκριμένο σημείο. Ή πιο σωστά, προς το απέναντι δικό μου μπαλκόνι.  Φαινόταν καθαρά πως είχε πλαντάξει στο κλάμα…!

ΤΙ ΘΥΜΗΘΗΚΑ!

Κάθε φορά που περνώ με το αυτοκίνητο από την οδό Ιπποκράτους στον αριθμό «τάδε» στην Αθήνα, ελαττώνω ταχύτητα. Σχεδόν σταματώ, φέρνοντας στο μυαλό μια χαρούμενη φάτσα, ένα γελαστό πρόσωπο, που το στόλιζε συνήθως ο φιόγκος μιας άσπρης κορδέλας στην ξανθή κοτσίδα των μαλλιών της. Ήταν το πρόσωπο της Ελισάβετ. Μα συνάμα, χαμογελώ κι εγώ.

Αλλά το πρόσωπο της Ελισάβετ, δεν ήταν αυτό που μου έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση. Η Ελισάβετ ήταν θαυμάστρια της Ρίτας Σακελαρίου, αφού ήξερε στην κυριολεξία όλα τα τραγούδια της μεγάλης αυτής Ελληνίδας τραγουδίστριας! Τα τραγουδούσε δυνατά και είχε υπέροχη φωνή, κάθε στιγμή της ημέρας αλλά και τα βράδια ακόμα, μα κανένα γείτονα δεν άκουσα να ενοχλείται! Περιμέναμε όλοι να ακουστεί η φωνή της κι ας είχα εγώ διάβασμα κι ας είχα ανάγκη ύπνου γιατί το πρωί είχα να δώσω εξετάσεις. Εξ αιτίας της έμαθα και εγώ τα τραγούδια. Φοιτητής του Πολυτεχνείου τότε, στα εικοσιένα μου χρόνια και η Ελισάβετ τελείωνε το Λύκειο. Άνοιγα την μπαλκονόπορτα του διαμερίσματος και η Ελισάβετ έβγαινε από το δικό της και με χαιρετούσε. Κουβεντιάζαμε από τα μπαλκόνια μας συχνά, η Ελισάβετ ήταν μαθήτρια μα από αυτά που μου έλεγε, μισούσε περιέργως τα μαθηματικά, την φυσική και τα παρόμοια. Λάτρευε όμως το τραγούδι!

ΑΠΟ ΤΗΝ ΡΩΣΙΑ!

«Αν κάνω άτακτη ζωή»…! Αντηχούσε μέσα στα άγρια μεσάνυχτα η φωνή της να συνοδεύει το πικάπ και άνοιγα την μπαλκονόπορτα! Η Ελισάβετ στο δωμάτιο του απέναντι φωτισμένου διαμερίσματος έδινε ρέστα. Δεν είχα ανάγκη να πάω στα μπουζούκια να ακούσω και να δω την Σακελαρίου! Στο κρύο και στη ζέστη, μέρα και νύχτα, καθημερινές και Σαββατοκύριακα, η φωνή της έφτανε μακριά μέχρι φαντάζομαι, στην Ακαδημίας και την Πανεπιστημίου. Αυτή ήταν η Ελισάβετ. Ένα κορίτσι «έξω καρδιά»! Δεν είχα ρωτήσει ποτέ για την καταγωγή της. Ώσπου μια μέρα…

  • «Από πού είσαι Ελισάβετ;», την ρώτησα στο δρόμο.
  • «Από την Ρωσία!», μου απάντησε.
  • «Κι εσύ;», ρώτησε αυτή.
  • «Από την Κύπρο, την Λεμεσό», το άκουσε και επιδοκιμαστικά, χαμογέλασε.

Ο ΜΑΥΡΟΣ ΙΟΥΛΙΟΣ

Ο Ιούλιος του 1974, ήταν καταστροφικός. Τα γεγονότα της χρονιάς εκείνης είναι γνωστά. Και γνωστό επίσης είναι πως με την ολοκλήρωση των εξετάσεων, οι περισσότεροι φοιτητές πήγαμε στον τόπο μας. Το πραξικόπημα, η εισβολή των Τούρκων, η επιστράτευση, οι αιχμάλωτοι, οι αγνοούμενοι, οι σκοτωμένοι, η κατεχόμενη πατρίδα μας, μας στιγμάτισε. Ένας λύκος επιτέθηκε στα πρόβατα. Μπήκε στο ανυπεράσπιστο μαντρί από μια πόρτα που την άνοιξαν οι ηλίθιοι. Και μέχρι σήμερα ο λύκος είναι εκεί και τα πρόβατα που επέζησαν δυστυχώς άρχισαν να ξεχνούν. Αλλά το θέμα μας είναι η Ελισάβετ. Συνεχίζω, πού καταλήγω όμως;

Η μπαλκονόπορτα του διαμερίσματός μου έμεινε κλειστή. Από τις 10 Ιουλίου μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου. Η Ελισάβετ το είχε συνειδητοποιήσει και το χώνεψε πως δεν θα άκουγε ποτέ πια το τρίξιμο από το άνοιγμα της ξύλινης περσιδωτής τρίφυλλης πόρτας. Είχε κυριολεκτικά απογοητευτεί. Θα ήμουν ίσως μακαρίτης; Τόσα και τόσα θα είχε ακούσει!

ΤΟ ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΗΣ ΜΠΑΛΚΟΝΟΠΟΡΤΑΣ!

Στις 22 Σεπτεμβρίου του 1974, μετά από ένα ταξίδι 42 ωρών με το καράβι, ξανάνοιγα την μπαλκονόπορτα. Ήταν γύρω στις έντεκα η ώρα το πρωί. Δεν περίμενα να δω κανέναν ή ακόμα περισσότερο  ν’ ακούσω την… «Ρίτα Σακελαρίου» να τραγουδά, αφού παντού στην Ελλάδα, η ατμόσφαιρα αν και… πανηγυρικά επαναστατική μετά την μεταπολίτευση, ήταν θλιμμένη, σκεπασμένη με ομίχλη και καταχνιά παρόλο που το καλοκαίρι καλά κρατούσε ακόμα, Σεπτέμβριο μήνα. Αλλά είπαμε πως ήταν το 1974. Με το αβέβαιο μέλλον μπροστά μας.

Μα η Ελισάβετ; Ήταν εκεί. Από τα περσιδωτά φύλλα, πριν τα ανοίξω, αυτά είδα.

«Καθόταν σταυροπόδι κάτω στο πάτωμα, του μικρού μπαλκονιού του διαμερίσματος της, κρατώντας με τα χέρια τα μεταλλικά κάγκελα και με το πρόσωπο σφηνωμένο στα κάθετα σίδερα. Κοίταζε με ένα απλανές βλέμμα προς ένα συγκεκριμένο σημείο. Ή πιο σωστά, προς το απέναντι δικό μου μπαλκόνι. Φαινόταν καθαρά πως είχε πλαντάξει στο κλάμα…!»

Το τρίξιμο από το άνοιγμα της μπαλκονόπορτας σήμανε συναγερμό! Την Ελισάβετ πρέπει να την είχε διαπεράσει ηλεκτρικό ρεύμα! Έβγαλε μια φωνή που μέχρι σήμερα την ακούω και μου τρυπά τα τύμπανα των αυτιών. Δεν θυμάμαι τι μου φώναξε! Η μητέρα της έντρομη βγήκε και αυτή έξω.

  • «Επιτέλους!», αυτή ήταν η φωνή της μάνας της!

Με χαιρέτησε η Ελισάβετ, με καλωσόρισε με λυγμούς από το μπαλκόνι της και έκρυψε με τα χέρια της το κλαμένο της πρόσωπο. Μπήκε τρέχοντας στο δωμάτιο της. Σε πέντε – δέκα λεπτά…

«Ιστορία μου, αμαρτία μου!», η φωνή της – μαζί με την φωνή της Σακελαρίου στο πικάπ- ακούστηκε όπως την θυμόμουν αφού σίγησε 74 μέρες! Και η ένταση στο 24…!

  • «Θα σου εξηγήσω μια άλλη φορά παιδί μου», μου είπε η μητέρα της. «Ευτυχώς που σε είδε πως γύρισες»!

Δεν μου εξήγησε όμως ποτέ! Πριν φύγω για άλλη περιοχή της Αθήνας, είπα πως θα ήταν σωστό να τους επισκεφθώ στο σπίτι τους για πρώτη και μοναδική φορά και να τους χαιρετήσω. Η Ελισάβετ έλειπε, μα όταν μετά από λίγο εμφανίστηκε, κρατούσε στο χέρι και μου το έδωσε, ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Δεν κατάλαβα γιατί. Ή μάλλον… κατάλαβα αργά.

Ο ΕΠΙΛΟΓΟΣ!

Αν ξαναείδα την Ελισάβετ; Όχι! Μετά από πέντε έξι μέρες, έφυγα για άλλες γειτονιές αφού το διαμέρισμα μου είχε προ πολλού γίνει… στόχος, για τις προ της Τουρκικής εισβολής φοιτητικές περιπέτειες! Διαβάστε την αληθινή ιστορία του Ηρόδοτου «Ο απλήρωτος λογαριασμός!». Θα καταλάβετε.

Σήμερα, παρόλο που δεν πέρασα από την οδόν Ιπποκράτους, ξαναθυμήθηκα την Ελισάβετ. Ας είναι καλά το «youtube». Τυχαία έπεσα στο τραγούδι «Ιστορία μου, αμαρτία μου»! Αυτό που (μου) τραγούδησε η Ελισάβετ όταν με ξαναείδε… ζωντανό στο μπαλκόνι μου.

Το κόκκινο τριαντάφυλλό της, μετά από λίγες μέρες, μαραμένο πετάχτηκε στα σκουπίδια. Η μοίρα των λουλουδιών, όταν πια έχουν μαραθεί. Και ιδίως όταν δεν υπάρχουν αισθήματα.

Ηρόδοτος Χρυσάνθου