Ηροδότου Ιστορίες: Σταματημένο ρολόϊ…!

  • «Εγώ θα στο φτιάξω!»

Ήταν έντονη η φωνή που ακούστηκε, που δεν άφηνε πολλές αμφιβολίες για το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Ο άνθρωπος ήταν σίγουρος! Όλοι γύρισαν προς αυτόν, άλλοι μειδίασαν μα στους πολλούς σχηματίστηκε στο πρόσωπο τους μια απροσδιόριστη έκφραση απορίας και περιέργειας. Είναι ποτέ δυνατόν;

Στο τάβλι του καφενείου της γειτονιάς μου είχανε μαζευτεί καμιά δεκαπενταριά άτομα, όλα από πάνω από τους δύο παίκτες, που μάλλον ήταν οι δυνατοί παίκτες του παιχνιδιού αυτού αφού, σε κάθε ρίξιμο των ζαριών άκουγες ζωηρά επιφωνήματα που είτε επιδοκιμαστικά είτε αποδοκιμαστικά, δημιουργούσαν μια ζωντανή ατμόσφαιρα σε εκείνο το καφενείο, εκείνο το καλοκαιρινό απόγευμα!

Σε μια από τις τρεις-τέσσερις καρέκλες που ήταν γύρω από το τάβλι, καθόταν ένας κύριος, λίγο παχουλός, με ροδοκόκκινο πρόσωπο που γενικά φαινόταν να είναι και λίγο… «ματσό» παρακολουθώντας μαζί με τους άλλους την εξέλιξη του παιχνιδιού.

– «Τι ώρα είναι;» ρώτησε σε κάποια στιγμή. Περίεργο δεν είχε ρολόϊ;

Όχι, δεν φορούσε ρολόϊ, εκείνη την στιγμή το είχαν όλοι προσέξει, μα με το ένα του χέρι έβγαλε ένα κουτάκι από την τσέπη του σακακιού του. Το άνοιξε. Ένα χρυσό ρολόϊ εμφανίστηκε καλά τοποθετημένο στην θήκη του!

  • «Δεν δουλεύει, ολοκαίνουργιο είναι μα οι δείκτες του είναι στάσιμοι από την πρώτη εβδομάδα που το αγόρασα!», έδωσε τις σχετικές εξηγήσεις ο ιδιοκτήτης του.

Το παιχνίδι στο τάβλι ατόνησε. Κοιτάζανε όλοι τον θεατή. Έλαμπε από το χρυσάφι το ρολόϊ. Κόσμημα αληθινό. Μα να μην δουλεύει;

  • «Το έδωσα στην αντιπροσωπεία, το κράτησαν δύο μήνες, το έστειλαν στην Ελβετία, μου είπαν πως το φτιάξανε μα να, σταματημένο ξανά και μου έρχεται να το πετάξω!». Ήταν σαφής.

Τα εργαστήρια της φημισμένης Ελβετικής μάρκας δεν μπόρεσαν να το επισκευάσουν. Θα το πετούσε άραγε;

Πολύ ακριβό ρολόϊ πραγματικά, έτσι τουλάχιστον το είδαμε όλοι. Μα να, που και τα πιο ακριβά πράγματα βγαίνουνε σκάρτα! Είχε και το πιστοποιητικό του, αυθεντικό κατασκεύασμα. Όχι… μαϊμού, ούτε Κινέζικο. Μύριζε χλιδή το πράγμα. Μα δεν δούλευε. Έδειχνε την ίδια ώρα, δύο φορές το εικοσιτετράωρο. Μέρα και νύκτα. Αυτόματο έγραφε πως ήταν, το κούνησε μπροστά μας πολλές φορές, μα οι δείκτες εκεί. Εφτά παρά έξι λεπτά. Μονίμως!

  • «Στον τάδε το έδωσες για επισκευή;»
  • «Στον δείνα ρολογά που είναι ο πλέον ειδικός; Ότι σου πει αυτός, αυτό είναι!». Σαν γιατρός.

Οι εξυπνάδες από τους γύρω, έπεφταν σαν βροχή! Σε όλους τους ειδικούς τεχνίτες το έδωσε για επισκευή ο άνθρωπος, αφού μας είπε πως το έστειλαν και στο εργοστάσιο κατασκευής του. Τι πράγματα είναι αυτά; Αποτέλεσμα μηδέν! Σκέτη ταλαιπωρία για ένα ρολόϊ, που το είχε αγοράσει ο ταλαίπωρος άνθρωπος για να του δείχνει την ώρα.  Και που ήταν περήφανος που είχε τέτοιο ρολόϊ. Οι άλλοι δεν μπορούσαν να έχουν παρόμοιο!

Κοίταξα το δικό μου ρολόϊ. Φτηνό, μα δούλευε, δεν έχανε ούτε… ώρα! Τελικά ήταν και θέμα τύχης. Μπορείς να πεις πως τα περισσότερα του περίγυρου ήταν Κινέζικα ή μαϊμού. SFIKO, BOLEX, ASEIKO και OMECA, αλλά οι δείκτες τρέχανε σαν το νερό στο ποτάμι. Και προ παντός έδειχναν την ώρα. Ενώ το ακριβό; Τι κρίμα…!

Άντε να ξαναρχίσει το παιχνίδι στο τάβλι. Το θέμα του ρολογιού πήγε να τελειώσει, όταν,

  • «Εγώ θα στο φτιάξω!».

Το γράφω και στην αρχή. Ο κύριος Αντώνης ήταν σίγουρος πως θα έφτιαχνε το ρολόϊ. Ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος που θα έβαζε γυαλιά σε όλους τους ειδικούς. Και στο εργοστάσιο κατασκευής. Είχε επισκευάσει ουκ ολίγα. Και όλα δούλευαν… ρολόϊ!

Έπιασε το σταματημένο ρολόϊ. Το θαύμασε που το είχε στα χέρια του.

  • «Σε μια εβδομάδα θα το έχεις. Θα δουλεύει και δεν θα ξαναχρειαστεί επισκευή. Το επόμενο Σάββατο τέτοια ώρα έλα να το πάρεις!».

Βεβαιότατος ο κύριος Αντώνης, πειστήκαμε κι εμείς. Βρε, τι σου είναι ο άνθρωπος! Ο κύριος Αντώνης, νυχτοφύλακας ήταν, άσχετος με την τεχνολογία, μα όλα ήξερε να τα φτιάχνει, ηλεκτρικά, υδραυλικά, ηλεκτρονικά δεν υπήρχαν τότε, το χέρι του έπιανε τα πάντα, μα κυρίως το μυαλό του δούλευε σαν  ρολόϊ κι αυτό…!

Το επόμενο Σάββατο έφτασε, οι περισσότεροι ξαναπήγαν στο καφενείο όχι μόνο για τον καφέ τους, αλλά πιο πολύ για να μάθουν τα καθέκαστα για το ρολόϊ.

Ο ιδιοκτήτης του εκεί. Ο κύριος Αντώνης πού είναι; Λες να την έκανε; Μπα! Να τον χαμογελαστό που ερχόταν από την απέναντι μεριά του δρόμου, δείχνοντας από απόσταση το κουτάκι! Εδώ είναι ο μάστορας, όχι οι άλλοι, οι άσχετοι!

  • «Πάρε το ρολόϊ σου, δουλεύει τέλεια!» είπε με στόμφο και το ακούσαμε όλοι.

Μπράβο, τον κέρασε ο ιδιοκτήτης, τριαντάφυλλο με λουκούμι της Γεροσκήπου, λεφτά για τον κόπο του δεν πήρε… «αστείο ποσόν» και όλοι χειροκρότησαν! Το ρολόϊ έδειχνε την ακριβή ώρα! Πέντε και τέταρτο. Και οι δείκτες του έτρεχαν! Κάλπαζαν σαν άτια στο καντράν και απεριόριστος θαυμασμός.

Έτυχε σε τέσσερις μέρες να ξαναπάω στο καφενείο. Όλοι εκεί. Και ο ιδιοκτήτης του ρολογιού.

  • «Πού είναι ο κύριος Αντώνης;» ρώτησε, δείχνοντας μας το ρολόϊ.
  • «Εδώ είμαι, τι συμβαίνει;» απάντησε ο κύριος Αντώνης.
  • «Δεν δουλεύει, πάλι σταμάτησε χθες!», συνέχισε απογοητευμένος ο ιδιοκτήτης του ρολογιού.
  • «Ρε γαμώτο, δεν ξέρω τι ακριβώς θα συνέβηκε αλλά, μάλλον θα… ψόφησε το μυρμήγκι που έβαλα μέσα!». Τάδε έφη ο κύριος Αντώνης! Τι αναποδιά Θεέ μου…!

Η εξυπνάδα πήγε περίπατο. Το ρολόϊ δεν δούλευε και ήταν τότε που η γη σταμάτησε να… γυρίζει μαζί του, μόλις ψόφησε το μυρμήγκι που είχε μπει μέσα για να σπαρταρά και να κουνάει τους δείκτες του… αυτόματου ακριβού ρολογιού! Τη συνέχεια μπορείτε να την φανταστείτε, με οποιοδήποτε σενάριο θελήσετε εσείς!

Μια ακόμα αληθινή Ιστορία από τον Ηρόδοτο. Χαμογελάστε τουλάχιστον, τώρα που είμαστε «κατ’ οίκον» περιορισμένοι!

Ηρόδοτος Χρυσάνθου