Φανατικός για την ζωή και οπαδός πιστός της,

την καλοπιάνω, της μιλώ, σαν σκύλος την προσέχω,

με τις αποτυχίες της έγινα άνθρωπός της

κι αν είναι πλέον άχαρη, την θέλω, την αντέχω!

***

Φτάνω στις άκρες της χλωμός, δειλός και φοβισμένος

που οι αποτυχίες της γίνονται ενοχές μου

κι όλο ρωτώ αν έφταιξα, αφού σ’ αυτήν δοσμένος

μου πάσαρε τις… γκέλες της, που έγιναν δικές μου!

***

Μαζί μ’ αυτήν προχώρησα, σαν μού ‘δωσε το χέρι

και περπατήσαμε μαζί σε δρόμους δίχως φώτα,

κρύο-ζεστό το κράτησα! Μα μόνο ‘κείνη ξέρει

εάν την πρόδωσα ποτέ, αν την κοιτώ σαν πρώτα!

***

Αντί βραβεία έμαθε μόνο σεισμούς να στέλλει,

γι’ αυτό συχνά την ερωτώ, πότε θα δώσει χάδι,

σε κάποιον που την αγαπά, σαν εραστής την θέλει

την κυνηγά στις γειτονιές, στο φως και στο σκοτάδι!

***

Ακούω τις σειρήνες της στους άδειους πλέον δρόμους,

σεσημασμένος, ένοχος, μη συλληφθώ προσέχω

και υπακούω στους γραπτούς και άγραφους της νόμους,

σαν την σκιά να κρύβομαι και σαν φυγάς να τρέχω!

Ο Παγκυπριώτατος